Ποιοι να ήταν εκείνοι που ανέβηκαν στο μνημείο και πελέκησαν τα γλυπτά του. Ιερείς, απλοί πιστοί ή ζηλωτές; ρωτήσαμε τον καθηγητή Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και διευθυντή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, Νίκο Σταμπολίδη.
«Δεν μπορεί να πει ποτέ κανείς ποιοι ήταν ακριβώς, διότι τέτοιου είδους πράξεις γίνονται συνήθως από φανατισμένα πλήθη ή ομάδες συχνά υποκινούμενες. Η Ιστορία στον ρου της έχει πολλά τέτοια παραδείγματα. Για το κάψιμο π.χ. της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας δεν μπορεί κανείς να προδιορίσει τον τύπο των ανθρώπων που προέβησαν σε αυτή την ενέργεια. Γιατί σε έναν ομαδικό βανδαλισμό ποτέ δεν ξέρεις αν έχουν παρεισφρύσει στοιχεία που ανήκουν στην “ομάδα πρωτοβουλίας” ή όχι. Πρέπει να είναι κανείς πολύ επιφυλακτικός, γιατί μπορεί ο βανδαλισμός να έχει γίνει από ένα χέρι και η σφραγίδα της ταυτότητας να έχει χαραχθεί από άλλο χέρι μεταγενέστερα. Πάντως, οι βανδαλισμοί τέτοιου είδους γίνονται πάντα σε εποχές που υπάρχει κρίση. Σε μια περίοδο που δεν υπάρχει ένα απόλυτο status quo και ομάδες πολιτικές, θρησκευτικές και άλλες συγκρούονται για να υπερισχύσουν και ξεσπούν στα μνημεία. Είμαι βέβαιος ότι αυτό ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του Παρθενώνα.
Η επικράτηση του Χριστιανισμού με το διάταγμα των Μεδιολάνων (312-313) του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ένα διάταγμα ανεξιθρησκίας, η μετέπειτα αναβίωση των ειδώλων με τον Ιουλιανό τον Παραβάτη (361-363) και στη συνέχεια με τον Μέγα Θεοδόσιο, που ανακηρύσσει τη χριστιανική θρησκεία ως επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας (380), ήταν μια εποχή που χαρακτηρίζεται από ένα συνεχές πισωγύρισμα. Ολα αυτά στον 4ο αιώνα. Δεν μπορεί οι εναλλαγές αυτές να μη δημιούργησαν αντιπαλότητες και αντεκδικήσεις.
Θεωρώ επίσης βέβαιο ότι, όπως υπήρχαν κρυπτοχριστιανοί πριν από τον Μ. Κωνσταντίνο, έτσι θα υπήρχαν και κρυπτοειδωλολάτρες μετά τον Θεοδόσιο. Γι’ αυτό πολύ συχνά βλέπουμε οι Χριστιανοί να χρησιμοποιούν τους αρχαίους ναούς. Τους μετατρέπουν σε εκκλησίες με αποτέλεσμα να τους προστατεύουν. Αν ήταν φανατισμένοι, θα τους γκρέμιζαν συθέμελα και σήμερα δεν θα είχαμε καν Παρθενώνα.
Στις Συρακούσες βλέπεις σήμερα την Αρχιεπισκοπή τους να είναι κτισμένη πάνω στον ναό της Αθηνάς. Τους δε μεγάλους λίθινους λέβητες να τους χρησιμοποιούν για το αγίασμα. Εξαρτάται λοιπόν για ποια ποιότητα χριστιανών μιλάμε. Γιατί όλοι οι χριστιανοί δεν ήταν ίδιοι». [Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009]